___________________________________________________________________________________________
DEVELOPER : Ready at Dawn, SCE Santa Monica
PUBLISHER : Sony
ΕΙΔΟΣ : Action/adventure
ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΑΙΚΤΩΝ : 1
ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ ΓΙΑ : PS4
REVIEWER : Γιώργος Παύλου
REVIEWED ON : PS4
___________________________________________________________________________________________
Η αλήθεια είναι ότι απέφευγα συστηματικά να ασχοληθώ με το The Order: 1886. Οι αρνητικές κριτικές, και μερικά αδιάφορα έως κακά gameplay videos που είχα δει, μου είχαν δημιουργήσει την εντύπωση ότι είχαμε να κάνουμε με ένα τεχνικά εντυπωσιακό αλλά, ουσιαστικά, κακό παιχνίδι… Όταν τελικά αποφάσισα να ασχοληθώ μαζί του, κυρίως για να δω τα τρομερά γραφικά του, με περίμενε μια τεράστια έκπληξη! Τι ακριβώς εννοώ; Διαβάστε την συνεχεία του κειμένου όπου θα δούμε αναλυτικά το The Order: 1886!
And so the story goes…
Η αλήθεια είναι ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό “διχασμένος” στο πως να αντιμετωπίσω το The Order: 1886… Ξεκινώντας το παιχνίδι, είχα “εκνευριστεί” με το πόσο συχνά το παιχνίδι μου “έπαιρνε” τον έλεγχο του χαρακτήρα, που έβλεπα το ένα cut-scene μετά το άλλο, ενώ ενδιάμεσα, πολλές φορές, το μοναδικό πράγμα που μεσολαβούσε από την δική μου πλευρά ήταν το πάτημα ενός κουμπιού ή το περπάτημα του χαρακτήρα για λίγα μέτρα… Όσο πιο βαθιά έμπαινα όμως στη λογική του παιχνιδιού τόσο περισσοτερο είχα την εντύπωση ότι η Ready at Dawn δεν είχε ως σκοπό να δημιουργήσει ένα “απλό” παιχνίδι, αλλά, ένα interactive movie. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα πρόβλημα του παιχνιδιού δεν είναι υπαρκτά. Είναι, και σε μεγάλο βαθμό πηγάζουν από την παραπάνω απόφαση της εταιρίας και την κακή διαχείριση ισορροπιών μεταξύ του κομματιού της “ταινίας” και του “παιχνιδιού”…
“Ο κινηματογραφικός τρόπος “αφήγησης” και η καταιγιστική εξέλιξη των γεγονότων , με καθήλωσαν μπροστά στην τηλεόραση μου!”
Παρά, όμως τις αδυναμίες του το παιχνίδι κατάφερε κάτι εκπληκτικό, αφού όσο περισσότερο έπαιζα, τόσο περισσότερο “δενόμουν” με τους χαρακτήρες του παιχνιδιού και το εκπληκτικό setting: μια εντυπωσιακή, Steampunk εκδοχή του Λονδίνου στα τέλη του 19ου αιώνα, όπου ιστορία και μυθοπλασία γίνονται ένα. Αναλαμβάνεται τον ρόλο του sir Galahad, μέλους του The Order, μιας ημιαυτόνομης, ένοπλης οργάνωσης “Ιπποτών”, η οποία υπάγεται κατευθείαν στο Στέμμα. Τα μέλη του The Order, εφοδιασμένα με όπλα “υψηλής” τεχνολογίας (από τον ίδιο τον Nicolas Tesla παρακαλώ), αλλά και το blackwater που προσφέρει άμεσο healing και αφύσικη μακροζωία, έχουν ως στόχο την προστασία της Βρετανικής επικράτειας. Η μεγαλύτερη απειλή; Οι λυκάνθρωποι, οι οποίοι αναφέρονται ως half-breeds, και είναι ικανοί να προκαλέσουν τεράστιες σφαγές.
Ενώ το σενάριο δεν είναι, αυτό που θα λέγαμε “μοναδικό”, ο κινηματογραφικός τρόπος “αφήγησης” της ιστορίας από κεφάλαιο σε κεφαλαίο και η καταιγιστική εξέλιξη των γεγονότων στο δεύτερο μισό του παιχνιδιού, κατάφεραν να με καθηλώσουν μπροστά στην τηλεόραση μου! Σε αυτό συμβάλει και η εκπληκτική δουλειά των ηθοποιών στο voice acting με τις κυριολεκτικά συγκλονιστικές ερμηνείες τους. Έπιασα πάρα πολλές τον εαυτό μου να ταυτίζεται με την τα συναισθήματα απόγνωσης και οργής του Galahad, συνεχίζοντας το παιχνίδι για να δω την συνεχεία της ιστορίας.
Heaven & Hell…
Τι γίνεται όμως στο κομμάτι του gameplay; Το The Order είναι ουσιαστικά ένα Third Person Cover Shooter και μάλιστα στον τομέα αυτό έχει γίνει αρκετά καλή δουλειά. Ο μηχανισμός κάλυψης λειτούργει άμεσα και χωρίς προβλήματα, ενώ το κομμάτι του shooting, με τα διαφορετικά και πολλές φορές καταστροφικά όπλα, είναι σκέτη απόλαυση, με το κάθε όπλο να έχει την σωστή “αίσθηση”. Κατά την διάρκεια της μάχης τα physics δίνουν ρεσιτάλ και, ειδικά μέσα στους κλειστούς χώρους θα δείτε τις συγκρούσεις να σπέρνουν την καταστροφή. Γενικά, σε όλες σας τις κινήσεις, είτε μιλάμε για απλό τρέξιμο είτε για τα ελάχιστα σημεία όπου υπάρχει η ανάγκη για “platforming”, κυριαρχεί η αίσθηση ότι ο χαρακτήρας σας έχει ακριβώς το σωστό “βάρος”. Ταυτόχρονα, σε μηχανισμούς του gameplay όπως η παραβίαση κλειδαριών έχει γίνει πολύ έξυπνη χρήση του Rumble του gamepad, μια λεπτομέρεια που εμένα προσωπικά μου άρεσε πάρα πολύ…
Που είναι τα προβλήματα λοιπόν; Όπως έχω ήδη γράψει, η Ready at Dawn έχει προσπαθήσει να φτιάξει κάτι μεταξύ interactive movie και παραδοσιακού action-adventure, και μέρος του προβλήματος είναι ότι η “αναλογία” των δυο συστατικών είναι πολλές φορές λάθος. Τα cutscenes, αν και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο πρώτο playthrough, είναι μακροσκελή και αλλεπάλληλα και πολλές φορές μόνο ένα Quick time event μεσολαβεί ανάμεσα τους. Ταυτόχρονα υπάρχουν καταστάσεις όπου θα αναρωτιέστε για πιο λόγο δεν έχετε τον έλεγχο για τα όσα συμβαίνουν στην οθόνη. Ένα απλό παράδειγμα είναι το σημείο στο οποίο ενώ προχωράτε κανονικά, βλέπετε έναν τύπο ο οποίος δέρνει μια γυναίκα. Σε εκείνο το σημείο χάνετε το έλεγχο του χαρακτήρα σας και βλέπετε τον Galahad να κάνει το τύπο «ασήκωτο», ως απλοί θεατές! Καθόμουν και σκεπτόμουν πόσο πολύ θα βελτίωνε τον ρυθμό του παιχνιδιού μια κανονική melee μάχη στο συγκεκριμένο σημείο…
Παραδόξως αυτό που με ενόχλησε ήταν ο τρόπος που πολλές φορές το παιχνίδι κατέστρεφε την “ψευδαίσθηση” ότι έχετε κάποιο έλεγχο στον χαρακτήρα σας. Με το παραπάνω εννοώ ότι, τις στιγμές που δεν σας περιμένει κάποια μάχη όλες οι κινήσεις του χαρακτήρα “απενεργοποιούνται” και μπορείτε μόνο να ελέγχεται την κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθείτε και να κάνετε interact με κάποια ελάχιστα αντικείμενα. Δεν μπορείτε να τραβήξετε το όπλο σας ή να κάνετε οτιδήποτε άλλο. Θα μου πείτε τώρα τι να το κανείς; Να πυροβολείς τα ντουβάρια; Το γεγονός ότι έβλεπα ότι δεν πρόκειται να ακολουθήσει κάποια μάχη, αφαιρούσε ένα μεγάλο μέρος της “έντασης” του παιχνιδιού.
“Στις, ευτυχώς σπάνιες, melee μάχες με κάποιο λυκάνθρωπο θα βαρετέ το κεφάλι σας στον τοίχο”
Ταυτόχρονα, ενώ η μάχες με τους ανθρώπους είναι εξαιρετικές, αυτές με τους λυκανθρώπους είναι απλά κακές! Εκεί που περιμένεις το παιχνίδι να “δώσει” σε ένταση, το όλο πράγμα γίνεται απλά “αστείο”, αφού ο λυκάνθρωπος γίνεται ένας κινούμενος στόχος που πηγαίνει εμπρός-πίσω με εσάς να αδειάζετε το όπλο σας πάνω του και, κατά διαστήματα, να κάνετε κάποιο dodge… Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε το ρητό που λέει ότι “τίποτα δεν είναι αρκετά άσχημο ώστε να μην μπορεί να γίνει χειρότερο”. Στις, ευτυχώς σπάνιες, melee μάχες με κάποιο λυκάνθρωπο θα βαρετέ το κεφάλι σας στον τοίχο. Ουσιαστικά είναι μια σειρά από “μεταμφιεσμένα” quick time events στα οποία πρέπει να πατάτε το κουμπί της επίθεσης την σωστή στιγμή. Το θέμα είναι ότι οι “οδηγίες” επί της οθόνης λένε ότι R1 και R2 κάνουν light και heavy attack αντίστοιχα, αλλά, όσο και να πατάτε εσείς ο χαρακτήρας δεν κάνει τίποτα μέχρι να έρθει μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή! Είναι ελάχιστες αυτές οι μάχες, αλλά θα ήταν προτιμότερο να λείπουν εντελώς.
Ένα ακόμα πράγμα που μου έκανε εντύπωση είναι το γεγονός ότι ενώ μπορείτε να εξετάσετε μια σειρά από αντικείμενα τα οποία συναντάτε, όπως εφημερίδες, φωτογραφίες κτλ, μπορώντας μάλιστα να εξετάσετε το αντικείμενο και από την πίσω πλευρά, το όλο πράγμα μένει εντελώς αναξιοποίητο! Ήμουν απόλυτα βέβαιος ότι θα κάπου θα έβρισκα ένα “κωδικό”, μια σημείωση, κάτι τέλος πάντων, το οποία θα το χρησιμοποιούσα για την λύση κάποιου απλού γρίφου, έστω να δω ένα επιπλέον cut scene που θα πρόσθετε κάτι στην ιστορία… ΤΙΠΟΤΑ! Είναι σχεδόν σοκαριστηκό. Ένας ολόκληρος μηχανισμός βρίσκεται στο παιχνίδι χωρίς κανένα ουσιαστικό λόγο ύπαρξης. Το μοναδικό πράγμα που μπορώ να σκεφτώ είναι το η Ready at Dawn, ένα studio με πλούσια εμπειρία, πάσχιζε να προλάβει κάποιο deadline και το όλο πράγμα έμεινε σε αυτή την υποτυπώδη μορφή λόγο έλλειψης χρόνου.
Παρά τις παραπάνω “ελλείψεις”, το The Order: 1886 κατάφερε να με “κερδίσει”. Ειδικά στο δεύτερο μισό του παιχνιδιού, η αναλογία μεταξύ Cutscenes και ουσιαστικού gameplay είναι σαφέστατα πιο ισορροπημένη. ενώ η κλιμάκωση της ιστορίας με έκανε να κολλήσω μπροστά στην τηλεόραση. Και εδω ερχόμαστε στο κομμάτι όπου το παιχνίδι έχει δεχτεί “άγρια” κριτική: Διάρκεια και replayability. Το παιχνίδι είναι γύρω στις 8 ώρες, και ενώ σαν διάρκεια φαίνεται μάλλον “μικρή”, λόγο της ιδιαίτερης φύσης του παιχνιδιού, ένοιωσα ότι ήταν σωστή και ότι αν τραβούσε πολύ παραπάνω μάλλον θα κούραζε. Στο replayability τα πράγματα είναι πιο… περίεργα. Η καθαρά αφηγηματική πλοκή του παιχνιδιού, όπως και το γεγονός ότι δεν μπορείς να κάνεις skip τα cutscenes (εξαιτίας των Quick time events που είναι ενσωματωμένα σε αυτά), δημιουργούν συνθήκες κάτω από τις οποίες δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον να κάνει άμεσα δεύτερο playthrough.
ΓΡΑΦΙΚΑ-ΗΧΟΣ
Οι τομείς όπου το The Order: 1886 σπάει κόκκαλα! Πραγματικά πρέπει να δείτε το παιχνίδι για να καταλάβετε την απίστευτη ποιότητα των γραφικών. Σε μια επίδειξη τεχνικών ικανοτήτων η Ready at Dawn δημιούργησε μια εκπληκτική μηχανή γραφικών. Τίποτα απ’οτι θα δείτε στην οθόνη σας δεν είναι prerendered και τα ΠΑΝΤΑ τρέχουν realtime με την μηχανή του παιχνιδιού. Facial expressions, alpha effects, εκπληκτικά cloth physics (χωρίς το παραμικρό clipping!), textures, reflections και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε είναι σε εκπληκτικά υψηλό επίπεδο, θυμίζοντας CGI ταινία! Ακόμα και λεπτομέρειες, όπως το πως αντανακλάται το φως κάνω σε δερμάτινα γάντια ή σε γυάλινες επιφάνειες θα σας αφήσουν με το στόμα ανοιχτό. Και όλα αυτά με ανάλυση 1920×800 (ο λόγος παρακάτω) και το frame rate να είναι σχεδόν κλειδωμένο στα 30fps, με πτώσεις των 1-2 frames μόνο όταν γίνεται της κακομοίρας στην οθόνη σας!
“Τίποτα απ’οτι θα δείτε στην οθόνη σας δεν είναι prerendered και τα ΠΑΝΤΑ τρέχουν realtime με την μηχανή του παιχνιδιού”
Το αισθητικό κομμάτι είναι επίσης αψεγάδιαστο. Ο παρουσίαση του Λονδίνου, της Steampunk τεχνολογίας και η εμφάνιση των χαρακτήρων του παιχνιδιού είναι απλά μοναδικά δημιουργώντας μια εκπληκτική ατμόσφαιρα. Βασικό ρόλο σε όλα αυτά παίζουν το σύστημα φωτοσκιάσεων, τα ρεαλιστικότατα physics και το απίστευτα καλό animation που ζωντανεύουν τον κόσμο του παιχνιδιού! Ταυτόχρονα, με μια κίνηση που “συνηγορεί” στην συνειδητή προσπάθεια της Ready at Dawn να δημιουργήσει μια κινηματογραφική εμπειρία, το παιχνίδι προβάλλεται με ratio 2.4:1 κάνοντας χρήσει μαύρων borders στο πάνω και κάτω μέρος της οθόνη, ακριβώς όπως συναντάμε και στην προβολή κινηματογραφικών ταινιών (για αυτό και το περίεργο νούμερο στην ανάλυση)… Εν ολίγοις, δυο χρόνια μετά, το παιχνίδι συνεχίζει να είναι ένας από τους εντυπωσιακότερους τίτλους του PS4.
Φυσικά, το ίδιο υψηλό στάνταρντ παραγωγής έχουν τηρηθεί και στο κομμάτι του ήχου: Το soundtrack είναι ατμοσφαιρικότατο, το voice acting οσκαρικό, ενώ τα ηχητικά εφέ από όπλα, εκρήξεις και ambient ήχους απλό δεν μπορώ να φανταστώ να γίνονται καλύτερα. Το συνολικό αποτέλεσμα είναι κυριολεκτικά αψεγάδιαστο!
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Είναι μια από αυτές τις σπάνιες στιγμές που, φτάνοντας στο κομμάτι της βαθμολογίας ενός παιχνιδιού νοιώθω βαθιά διχασμένος. Το The Order: 1886 κατάφερε να με κερδίσει και να με κάνει να κολλήσω με τον κόσμο του, κάτι στο οποίο συμβάλει καθοριστικά το setting, ο εκπληκτικός τεχνικός τομέας του παιχνιδιού, αλλά και το shooting κομμάτι του τίτλου. Αυτό όμως, δεν αλλάζει το γεγονός ότι στο κομμάτι του gameplay υπάρχουν σοβαρά προβλήματα, ειδικά στο πρώτο μισό του παιχνιδιού. Ενώ όλα τα υλικά είναι εκεί έτσι να μιλούσαμε για ένα νέο εκπληκτικό franchise, ο τρόπος που συνδυάστηκαν αυτά είναι λάθος σε τόσα πολλά σημεία, που με άφησαν να αναρωτιέμαι για το πως θα μπορούσε να είναι το παιχνίδι αν είχε στηθεί «σωστά». Παρόλα αυτά, οι 8 ώρες που πέρασα με το The Order: 1886 ήταν απολαυστικές.
Όταν κυκλοφόρησε το The Order: 1886 πριν από μερικά χρόνια το παιχνίδι «θάφτηκε» και πιστεύω ότι καθοριστικό ρόλο στις βαθμολογίες που έλαβε, πέρα από τα προβλήματα του gameplay, είχε να κάνει με το κομμάτι της τιμής και του χαμηλού replayability. Όπως και να το κάνουμε τα 70€ της αρχικής τιμής κυκλοφορίας, ήταν πολλά και ήταν δεδομένο οτι θα προκαλούσαν αρνητικές αντιδράσεις… Με την τιμή, όμως, που μπορείτε να βρείτε πλέον το The Order: 1886 (κοντά στα 25€, μπορεί και λιγότερο) πραγματικά αξίζει να παραβλέψετε τα «σφάλματα» του και να μπείτε στον κόσμο του, έχοντας πάντα κατά νου οτι έχετε να κάνετε με κάτι μεταξύ ταινίας και παιχνιδιού.